Το «Μέρος 1» είναι το πρώτο επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς Obi-Wan Kenobi και κυκλοφόρησε στις 26 Μαΐου 2022.
Σύνοψη της πλοκής[]
Η Εκκαθάριση των Τζεντάι[]
Μερικά παιδιά εκπαιδεύονται στο ναό των Τζεντάι υπό τις οδηγίες της Δασκάλας Τζεντάι Μίνας Βέλτι όταν ορισμένοι κλώνοι στρατιώτες εισβάλουν στην αίθουσα. Η εκπαιδεύτρια σκοτώνει τους επιτιθέμενους και οδηγεί τα παιδιά σε ένα διάδρομο. Συνεχίζει να πολεμά με κλώνους στρατιώτες και τους κατευθύνει σε ένα μέρος, όμως δέχεται πυρά και πέφτει. Τα παιδιά αποφασίζουν να φύγουν.
Οι Ανακριτές στο κυνήγι[]
Δέκα χρόνια αργότερα, οι κάτοικοι του Μος Άισλι στον έρημο πλανήτη Τατουίν βρίσκονται σε εγρήγορση από την άφιξη ενός μαύρου, απειλητικού Αυτοκρατορικού σκάφους. Ορισμένοι Ανακριτές ανάμεσα στους οποίους ο Μεγάλος Ανακριτής, ο Πέμπτος Αδερφός και η Τρίτη Αδερφή αποβιβάζονται από το σκάφος. Καθώς το πλήθος τους κοιτά, οι Ανακριτές προχωρούν σε ένα σαλούν με κόκκινους καμβάδες.
Ο Μεγάλος Ανακριτής πλησιάζει τον ιδιοκτήτη, ρωτώντας τον αν ξέρει ποιοι είναι. Εκείνος απαντά πως είναι Ανακριτές που κυνηγούν Τζεντάι. Ο Μεγάλος Ανακριτής απαντά πως στη πραγματικότητα οι Τζεντάι κυνηγούν τους εαυτούς τους. Συνεχίζει λέγοντας του πως το κλειδί στο να κυνηγάς ένα Τζεντάι είναι η υπομονή. Μοιράζεται τη γνώμη του ότι οι Τζεντάι δεν μπορούν να αποφύγουν αυτό που είναι και η συμπόνια τους αφήνει ίχνη. Ο Μεγάλος Ανακριτής λέει πως διερευνά φήμες για ένα Τζεντάι που κρυβόταν στο συγκεκριμένο σαλούν.
Ο Μεγάλος Ανακριτής συλλογίζεται αν ο Τζεντάι φυγάς είναι ένας περιπλανώμενος που βοηθά άτομα που έχουν ανάγκη. Ρωτά τον ιδιοκτήτη αν οι ντόπιοι κλέβουν από το μαγαζί του ή αν τον απειλούν. Ο Ανακριτής ρωτά αν ο Τζεντάι θα τον βοηθούσε ρισκάροντας να εκτεθεί ή αν θα κρυβόταν. Ο Μεγάλος Ανακριτής περιγράφει το Κώδικα των Τζεντάι σαν φαγούρα. Απαιτεί να μάθει από τον ιδιοκτήτη αν δίνει καταφύγιο στο φυγά Τζεντάι με αντάλλαγμα τη βοήθεια του.
Η Τρίτη Αδερφή ρίχνει ένα μαχαίρι στον ιδιοκτήτη όμως εκείνο σταματά λίγο πριν τον πετύχει. Εκείνη προσέχει ένα νεαρό άνδρα να έχει σηκωμένο το χέρι του και ειδοποιεί τους υπόλοιπους Ανακριτές. Ο άνδρας προσπαθεί να φύγει όμως τον εμποδίζει ο Πέμπτος Αδερφός και η Τρίτη Αδερφή. Ο Μεγάλος Ανακριτής διατάζει τους υφισταμένους του να ετοιμάσουν τον αιχμάλωτο για ανάκριση. Ο άνδρας τους αψηφά λέγοντας τους πως χαλάνε το χρόνο τους και ότι ποτέ δεν θα βρουν τους Τζεντάι. Η Τρίτη Αδερφή χρησιμοποιεί το φωτόσπαθο της για να κάψει μέρος του αριστερού του ώμου.
Ο Μεγάλος Ανακριτής χρησιμοποιεί τη Δύναμη για να τη σπρώξει μακριά. Ωστόσο, ο άνδρας εκμεταλλεύεται την ευκαιρία για να φύγει ρίχνοντας κομμάτια από την οροφή για να τους κόψει τη φόρα. Ο Μεγάλος Ανακριτής επιπλήττει τη Τρίτη Αδερφή για την απερισκεψία της. Εκείνη παραπονιέται πως κυνηγούν μόνο ψίχουλα, ωθώντας το Μεγάλο Ανακριτή να της απαντήσει πως μόνο ψίχουλα έχουν απομείνει. Η Τρίτη Αδερφή του λέει πως πρέπει να κυνηγήσουν μεγαλύτερο θήραμα. Ο Μεγάλος Ανακριτής την προειδοποιεί να σταματήσει την εμμονή της με τον Όμπι-Ουάν Κενόμπι ή θα την απαλλάξει από τα καθήκοντά της. Εκείνη υποτάσσεται όμως ψιθυρίζει πως πρέπει να θεωρήσουν το Κενόμπι ξεχασμένο. Η Τρίτη Αδερφή ακολουθεί το Μεγάλο Ανακριτή έξω από το σαλούν.
Κρυμμένος Τζεντάι[]
Σε άλλο μέρος, διάφοροι εργάτες, ανάμεσα στους οποίους ο φυγάς Δάσκαλος Τζεντάι Όμπι-Ουάν Κενόμπι τεμαχίζουν κομμάτια από ένα Νίμπρεϊ. Ένας άλλος άνδρας παραπονιέται πως ο μειωμένος του μισθός είναι ανεπαρκής για την οικογένεια του και ο σωματώδης επιστάτης τον χτυπά. Ο επιστάτης του λέει να προχωρήσει ή θα του πάρει όλο το μισθό. Ο Κενόμπι τον πλησιάζει και παίρνει το δικό του μισθό. Ο Κενόμπι αργότερα επιβιβάζεται σε ένα τρένο με τους υπόλοιπους εργάτες προς το Άνκορχεντ.
Στο στάβλο του, συναντά το έοπι άλογο του, αφήνοντας το να του γλύψει το χέρι. Ο Κενόμπι καβαλά το έοπι μέσω των δρόμων του Άνκορχεντ προτού κατέβει στην Ερημιά Τζάντλαντ. Ο Κενόμπι βρίσκει καταφύγιο σε μια σπηλιά, που φυλάσσεται από μια συσκευή. Μαγειρεύει ένα ζωμό στιφάδο προτού καθίσει έξω από τη σπηλιά του. Ο Κενόμπι δέχεται επίσκεψη από το Τζάουα Τίκα, που παρατηρεί πως θα έπρεπε να φέρει σαπούνι μαζί του αφού μπορούσε να τον μυρίσει από το Άνκορχεντ.
Ο Κενόμπι λέει στο Τζάουα πως άργησε. Όταν ο Τίκα τον ρωτά αν έχει τις μονάδες, ο Κενόμπι τον ρωτά αν έχει φέρει τα εξαρτήματα που υποσχέθηκε. Ο Τίκα του δείχνει κάποια ανταλλακτικά από ένα παιχνίδι Τ-16 σκαϊχόπερ. Ο Τζάουα ισχυρίζεται πως είναι πολύ σπάνιο. Ο Κενόμπι του προσφέρει 50 μονάδες, όμως ο Τίκα απαιτεί 75 αφού έχει να θρέψει μια φυλή. Τότε η συσκευή εισόδου τρίζει. Όταν ο Τίκα τον ρωτά αν το μηχάνημα έχει πρόβλημα, ο Κενόμπι του λέει πως κάποιος του έκλεψε μερικά εξαρτήματα και πως θα χρειαστεί καινούργια πλακέτα επεξεργαστή.
Ο Τζάουα τσιρίζει από χαρά και προσφέρεται να το επισκευάσει. Ο Κενόμπι συνειδητοποιεί πως ο Τίκα έκλεψε τα εξαρτήματα και του λέει να τα καθαρίζει όταν τα κλέβει. Ο Τίκα του απαντά πως αυτό θα κοστίσει παραπάνω. Τότε δείχνει στο Κενόμπι περισσότερα διασωθέντα εξαρτήματα από ένα Τζεντάι αστρόπλοιο που έπεσε στην Ερημιά Τζάντλαντ. Καθώς ο Κενόμπι ακούει, ο Τίκα του λέει την ιστορία ενός Τζεντάι που ξέφυγε από τους Ανακριτές και αναχώρησε στην Θάλασσα Αμμόλοφων. Ο Τίκα εύχεται να έρθουν περισσότεροι Τζεντάι φυγάδες αφού θα σήμαινε περισσότερα κέρδη. Ο Κενόμπι του λέει να μην είναι τόσο αισιόδοξος αφού οι Τζεντάι θεωρούνται εξαφανισμένοι. Τότε δίνει στο Τίκα μια σακούλα με μονάδες. Ο Τζάουα του λέει ξανά πως βρωμάει, κάνοντας το Κενόμπι να τον αποχαιρετήσει.
Αργότερα την ίδια νύχτα, ο Κενόμπι στοιχειώνεται από τις αναμνήσεις των Άνακιν Σκαϊγουόκερ, Πάντμε Αμιντάλα, Κουάι-Γκον Τζιν και Γιόντα. Η Αμιντάλα λέει πως ακόμη υπάρχει καλό στον Σκαϊγουόκερ. Ο Κενόμπι ξυπνά από τον εφιάλτη και συλλογίζεται την υπόσχεση του δάσκαλο του, Κουάι-Γκον, να εκπαιδεύσει το Σκαϊγουόκερ ως Τζεντάι. Την επόμενη μέρα ο Κενόμπι καβαλά το έοπι άλογο του σε ένα βραχώδη λόφο. Εκεί με τα μακρο-κυάλια κοιτάζει το νεαρό Λουκ Σκαϊγουόκερ και το θείο του μικρού, Όουεν Λαρς, στο σπίτι των Λαρς. Ο Όουεν καλεί τον ανιψιό του, Λουκ, ο οποίος μιμείται πως οδηγεί ένα αστρόπλοιο στη κορυφή της καλύβας. Ο Κενόμπι χαμογελά, ξέροντας πως ο Σκαϊγουόκερ είναι σε ασφαλή χέρια. Αργότερα εκείνη τη νύχτα, ο Κενόμπι μεταφέρεται μέσα από την έρημο. Συναντά το νεαρό άνθρωπο που ξέφυγε από τους Ανακριτές. Ο άνδρας ευχαριστείται που τον βλέπει, όμως ο Κενόμπι τον προτρέπει να θάψει το φωτόσπαθο του στην έρημο για να μην τραβήξει προσοχή. Όταν ο Νάρι του λέει για τα άτομα που τους χρειάζονται, ο Κενόμπι απαντά πως η μάχη χάθηκε και πως ο καιρός των Τζεντάι πέρασε.
Η μικρή πριγκίπισσα[]
Στον Άλντεραν, μερικοί υπηρέτες ντύνουν τη νεαρή Πριγκίπισσα Λέια Οργκάνα. Η Βασίλισσα Μπρέχα Οργκάνα μπαίνει στο δωμάτιο, λέγοντας στην υιοθετημένη κόρη της ότι θα αργήσουν. Ρωτά τους υπηρέτες πως τα πηγαίνουν και λέει στη Λέια ότι η οικογένεια της αδερφής της θα χρειαστεί τη στήριξη τους. Λέει στη Λέια να μην κάνει κάποιον να κλάψει και της υπόσχεται πως θα έχει μαρσμέλοου στην υποδοχή αν συμπεριφερθεί προσεκτικά.
Η Μπρέχα σύντομα ανακαλύπτει πως η φιγούρα είναι στη πραγματικότητα μια εξωγήινη φίλη της Λέια, που σχολιάζει πως η Λέια της είπε πως θα το έβρισκε διασκεδαστικό. Η Μπρέχα πιστεύει πως η Λέια πρέπει να είναι στο κελάρι, στη κουζίνα ή στο δάσος. Εντωμεταξύ, η Λέια τρέχει στο δάσος με το ιπτάμενο ανδροειδές της, L0-LA59 ή Λόλα. Σκαρφαλώνει ένα δέντρο, στο οποίο την ακολουθεί το ανδροειδές της. Η Λέια μετρά μερικά σκάφη ανάμεσα στα οποία ένα ιατρικό φορτηγό πλοίο, ένα σκάφος αναψυχής και ένα σκάφος-καζίνο. Το ανδροειδές συμφωνεί. Επίσης η Λέια παρατηρεί ένα Τράι-Γουίνγκ S-91x Αστρομαχητικό Πήγασος, πιστεύοντας πως χρησιμοποιείται από έναν Ακουιλιανό Καταδρομέα, το οποίο θεώρησε πως ψάχνει για πειρατές Μέρσον.
Η Μπρέχα σύντομα βρίσκει τη Λέια και της λέει να κατέβει. Σαν τιμωρία της λέει να απενεργοποιήσει το ανδροειδές της, με τη Λέια να συμμορφώνεται. Η Μπρέχα λέει στη Λέια πως αν συμπεριφερόταν όπως σκαρφαλώνει, θα ήταν ήδη μια γερουσιαστής. Η Μπρέχα της λέει πως θα αλλάξει ρούχα στο σκάφος. Η Λέια γκρινιάζει για το ότι θα συμμετέχει στη συγκέντρωση, όμως η Μπρέχα λέει πως θα της έλειπε. Η Λέια συνεχίζει, λέγοντας πως το μόνο που κάνει είναι να χαιρετά. Η Μπρέχα τη παροτρύνει να κάνει παραπάνω πράγματα. Η Λέια στη συνέχεια απολογείται στη Μπρέχα και την αγκαλιάζει, εκμεταλλευόμενη την ευκαιρία να πάρει πίσω τη Λόλα. Χωρίς να το ξέρουν οι Οργκάνα και οι φρουροί τους, τους παρακολουθεί μια φιγούρα.
Η προειδοποίηση του Όουεν[]
Πίσω στο Τατουίν, ο Κενόμπι παίρνει κρυφά και άλλο κρέας δράκου κρέιτ και επιβιβάζεται στο τρένο για το Άνκορχεντ. Κατευθύνεται στο στάβλο που η έοπι του ξεκουράζεται. Ο Κενόμπι αντικρύζει τον Όουεν Λαρς, ο οποίος ρίχνει τα κομμάτια του παιχνιδιού σκάιχοπερ στο έδαφος. Λέει στο Μπεν να μείνει μακριά από την οικογένεια του και ότι δεν χρειάζονται τίποτα από αυτόν. Ο Κενόμπι λέει πως είναι μόνο ένα παιχνίδι. Όταν ο Όουεν του λέει πως είναι κάτι περισσότερο από αυτό, ο Κενόμπι απαντά πως υπάρχει ζωή και εκτός της φάρμας του. Ο Κενόμπι λέει στον Όουεν πως ο Λουκ χρειάζεται να δει το μεγαλύτερο γαλαξία όμως ο Όουεν επαναλαμβάνει να μην ασχολείται μαζί του.
Όταν ο Κενόμπι ρωτά αν ο Λουκ είναι καλά, ο Όουεν υποθέτει πως ο Κενόμπι ενδιαφέρεται για την ευαισθησία του στη Δύναμη. Ο Κενόμπι απαντά πως αυτό είναι δική του ευθύνη. Ο Όουεν υπενθυμίζει στο Κενόμπι πως εκείνος είναι ο θείος του Λουκ. Ο Κενόμπι απαντά πως όταν έρθει η στιγμή πρέπει να εκπαιδευτεί. Ο Όουεν ρωτά αν θα εκπαιδεύσει το Λουκ όπως και το πατέρα του, Άνακιν, τον οποίο θεωρεί νεκρό. Ο Όουεν είναι απρόθυμος να τον αφήσει να κάνει το ίδιο λάθος ξανά και τον προειδοποιεί να αφήσει το Λουκ στη φάρμα με την οικογένεια του, όπου ανήκει. Στη συνέχεια αρχίζει να φεύγει.
Η επίσκεψη των Ανακριτών[]
Ακριβώς τότε, ο Πέμπτος Αδερφός απευθύνεται στους ντόπιους κατοίκους, λέγοντας τους πως υπάρχει ένας φυγάς Τζεντάι στο πλανήτη και πως πρέπει να μάθουν το που βρίσκεται. Ο Πέμπτος Αδερφός υπόσχεται πως θα ανταμειφθούν. Ωστόσο, η Τρίτη Αδερφή τους απειλεί με τιμωρία, απειλώντας να κόψει τα χέρια τους. Ο Πέμπτος Αδερφός την επιπλήττει, αποκαλώντας τη με το όνομα της, Ρίβα. Η Τρίτη Αδερφή εκφοβίζει τους κατοίκους, λέγοντας πως ως άτομα του Εξωτερικού Δακτυλίου δεν έχουν δικαιώματα. Όταν μια γυναίκα διαμαρτύρεται, η Τρίτη Αδερφή της κόβει το χέρι.
Η Τρίτη Αδερφή εξηγεί πως ψάχνουν για πληροφορίες για τους Τζεντάι. Εκδηλώνει ένα ενδιαφέρον για τον Όουεν Λαρς και την οικογένεια του. Ρωτά αν έχουν ένα Τζεντάι στη φάρμα. Ο Όουεν απαντά πως δεν έχει καμία συμπάθεια για τους Τζεντάι, αποκαλώντας τους παράσιτα. Λέει πως σκοτώνει τα παράσιτα στη φάρμα του. Η Ρίβα τον επαινεί που αγαπά την οικογένεια του προτού τον ρωτήσει αν νομίζει πως μπορεί να προστατεύσει την οικογένεια του από εκείνη. Η Τρίτη Αδερφή τότε απαιτεί από το πλήθος να της πει που είναι ο Τζεντάι αλλιώς θα σκοτώσει το Λαρς και την οικογένεια του.
Καθώς το πλήθος παρακολουθεί με τρόμο, η Ρίβα αποδοκιμάζει τους Τζεντάι ως δειλούς. Ο Κενόμπι κρύβεται στο στάβλο. Η Τρίτη Αδερφή λέει στο πλήθος πως οι Τζεντάι τους απογοήτευσαν και τους εγκατέλειψαν. Προσθέτει πως δεν υπάρχει λόγος να τους προστατεύουν αφού εκείνοι δεν θα έκαναν το ίδιο για αυτούς και τους παροτρύνει να σώσουν τον άνδρα και την οικογένεια του, προτού απειλήσει το Λαρς με το φωτόσπαθο της.
Πριν η κατάσταση χειροτερεύσει, ο Πέμπτος Αδερφός λέει στη Ρίβα να σταματήσει και δείχνει ένα ολόγραμμα του Νάρι, λέγοντας στους ντόπιους πως θα ανταμείβονταν αν συνεργάζονταν μαζί τους. Η Τρίτη Αδερφή δέχεται τη διαταγή του να σταματήσει και προειδοποιεί τον Όουεν πως την επόμενη φορά δεν θα είναι τόσο τυχερός. Ιδιαιτέρως, ο Πέμπτος Αδερφός επιπλήττει τη Τρίτη Αδερφή για τη παρορμητικότητα της. Η Ρίβα είναι ανυποχώρητη, λέγοντας πως ο πλανήτης Τατουίν είναι κατώτερος τους. Ο Πέμπτος Αδερφός απαντά πως ο Μεγάλος Ανακριτής είχε δίκιο για την εμμονή της με το Κενόμπι.
Ο Πέμπτος Αδερφός πιστεύει πως ο Κενόμπι έχει πεθάνει αφού έχουν ξοδέψει τα τελευταία δέκα χρόνια ψάχνοντας τον. Η Ρίβα απαντά πως έψαχναν στα λάθος μέρη. Ο Πέμπτος Αδερφός τη ρωτά τι θα έπαιρνε αν τον αιχμαλώτιζε. Η Ρίβα απαντά πως της όφειλαν πράγματα προτού ξεκινήσει να φεύγει. Ο Πέμπτος Αδερφός τη προειδοποιεί να μην φτάσει στα άκρα. Εκείνη απαντά πως δεν φτάνει αρκετά μακριά προτού φύγει. Το σκάφος των Ανακριτών αναχωρεί από τη πόλη. Ο Κενόμπι ευχαριστεί τον Όουεν για το γεγονός πως δεν τον κατέδωσε. Ο Όουεν του λέει πως δεν το έκανε για αυτόν.
Όντας μια πριγκίπισσα[]
Στον Άλντεραν, ένα σκάφος με γαλάζιο και άσπρο χρώμα καταφτάνει. Ο Γερουσιαστής Μπέιλ Οργκάνα συνοδεύεται από τη γυναίκα του, Μπρέχα, και τη θετή τους κόρη, Λέια. Όταν ρωτά τη Λέια πως πήγε η ημέρα τους, του λέει πως είδε ένα σκάφος και έναν Ακουιλιανό Καταδρομέα. Η Μπρέχα τον συμβουλεύει να μην την ενθαρρύνει πολύ. Οι Οργκάνα χαιρετούν τους συγγενείς τους, ανάμεσα στους οποίους ήταν η θεία της, Λέια Σέλι Οργκάνα, ο θείος της, Κέιο Οργκάνα και ο ξάδερφος της, Νίανο Οργκάνα. Καθώς περνούν με ένα σπίντερ, πλήθος κόσμου τους χαιρετά.
Σε μια εκδήλωση, ο Κέιο εγκωμιάζει τη Γαλαξιακή Αυτοκρατορία που γέμισε μερικές τσέπες μετά τη καταστροφή της Γαλαξιακής Δημοκρατίας. Ο Μπέιλ εκφράζει ανησυχία για τη δουλεία και τη φορολόγηση στον Εξωτερικό Δακτύλιο. Ο Κέιο του απαντά πως δεν ήρθε για να εξαφανίσει τη δουλεία αλλά για να φάει το φαγητό του Μπέιλ και του λέει να αφήσει τη συμπόνοια του για την αίθουσα της Αυτοκρατορικής Γερουσίας. Η Μπρέχα προσφέρεται να σερβίρει ποτά. Ενώ ο C-3PO μεταφράζει για κάποιους εξωγήινους καλεσμένους, το ανδροειδές πρωτοκόλλου Y-O σερβίρει κάποια ροφήματα στη Λέια και τα υπόλοιπα παιδιά. Η Λέια ευχαριστεί το ανδροειδές, προκαλώντας μπέρδεμα στο Νιάνο, που θεωρεί τα ανδροειδή κατώτερες μορφές ζωής.
Η Λέια απαντά απότομα πως δεν χρειάζεται τρόπους όταν μιλά στο ξάδερφο της, Νιάνο. Ο Νιάνο λέει στη Λέια πως ξέρει κάποια πράγματα για εκείνη και το λόγο που οι γονείς της δεν την αφήνουν να ταξιδέψει εκτός του Άλντεραν. Αποκαλεί τη Λέια μη μια αληθινή Οργκάνα, προτρέποντας τη Λέια να του πει πως εκείνος φοβάται το πατέρα του. Αφού ο Νιάνο θέλει να είναι αρεστός στο πατέρα του, η Λέια λέει πως εκείνος επαναλαμβάνει ό,τι ακούει ακόμη και αν δεν καταλαβαίνει το τι σημαίνει. Η Λέια λέει στο Νιάνο πως ο ίδιος φοβάται το πατέρα του και ότι ποτέ δεν έχει πάρει μια απόφαση μόνος του σε ολόκληρη τη ζωή του. Επίσης του λέει πως μπορεί να το καταλάβει αυτό και ας μην τον γνωρίζει καλά. Ο Μπέιλ και η Μπρέχα παρατηρούν τη συμπεριφορά της θετής κόρης τους.
Αργότερα, η Λέια υπερασπίζεται τις πράξεις της προς το ξάδερφο της, Νιάνο, λέγοντας πως ήταν κακός στους πάντες, συμπεριλαμβανομένων των ανδροειδών. Η Μπρέχα της λέει να δείξει ανωτερότητα και να ζητήσει συγνώμη. Η Λέια απαντά πως θα προτιμούσε να τη καταβροχθίσει ένα Τζάκομπιστ. Αφού η Μπρέχα φεύγει, ο Μπέιλ μιλά στη κόρη του, λέγοντας της πως στην ηλικία της ήθελε να ζήσει πέρα από το Καθού. Ο Μπέιλ της λέει πως τότε ήθελε να κυνηγά πέργκιλ όμως μετά μεγάλωσε, και έπρεπε να κυνηγήσει άλλες περιπέτειες ανάμεσα στις οποίες ήταν και η θετή μητέρα της Λέια.
Ο Μπέιλ λέει στη Λέια πως το μέλλον της είναι στη πολιτική, ξεκινώντας με το πανεπιστήμιο και μετά με τη Γερουσία Νεαρών. Η Λέια του λέει πως η Γερουσία είναι βαρετή και πως δεν θέλει να γίνει γερουσιαστής. Ο Μπέιλ την διαβεβαιώνει πως για αυτό το λόγο ίσως θα ήταν μια από τις σπουδαιότερες γερουσιαστές. Η Λέια λέει πως δεν είναι μια αληθινή Οργκάνα. Ο Μπέιλ τη προτρέπει να μην το λέει αυτό και τη καθησυχάζει λέγοντας της πως είναι το παιδί τους και πως είναι μια Οργκάνα με κάθε τρόπο. Της λέει πως πολλοί θα καταφεύγουν σε εκείνη για την ηγεσία της και τη ρωτά να φανταστεί το ύφος του ξαδέρφου της όταν τον διατάζει. Ο Μπέιλ ζητά από τη Λέια να απολογηθεί στο Νιάνο προτού περπατήσει προς το κάτω όροφο.
Η απαγωγή[]
Αντί να ζητήσει συγνώμη, η Λέια κατευθύνεται στο δάσος. Συνειδητοποιώντας πως η Λέια δεν τους ακολούθησε οι θετοί γονείς της στέλνουν μια μονάδα για να τη βρουν. Στο δάσος, η Λέια συναντά έναν άνδρα με το όνομα Βεκτ Νόκρου, τον οποίο ρωτά τι έκανε εκεί. Της απαντά πως περιμένει. Όταν τον ρωτά για ποιο πράγμα, της λέει για την ίδια. Δυο από τους συνεργάτες του Νόκρου, πλησιάζουν τη Λέια και εκείνη τρέχει στο δάσος. Καθώς Αλντερανιανοί φρουροί πηγαίνουν στο δάσος, η Λέια τρέχει ανάμεσα στα δέντρα με τους τρεις κακοποιούς να τη κυνηγούν. Η Λέια πλησιάζει ένα φρουρό και ζητά βοήθεια. Ωστόσο, εκείνος δέχεται πυρά από το Νόκρου. Η Λέια τότε περικυκλώνεται από τους απαγωγείς, και ένας της τοποθετεί ένα σάκο στο κεφάλι.
Στο Τατουίν, ο Κενόμπι λαμβάνει μια κλήση κινδύνου από το Γερουσιαστή Οργκάνα και τη Βασίλισσα Μπρέχα, που επικοινωνούν με εκείνον μέσω ενός φορητού ολογραφικού προβολέα. Ο Μπέιλ λέει πως δεν ξέρουν ποιοι είναι οι απαγωγείς και δεν έχουν ενδείξεις. Ο Μπέιλ του λέει πως οι απαγωγείς περίμεναν τη κόρη τους. Η Μπρέχα προσθέτει πως η Λέια τον χρειάζεται και πως δεν μπορούν να εμπιστευτούν κάποιον άλλο. Όταν ο Κενόμπι ρωτά για την Αυτοκρατορική Γερουσία, ο Μπέιλ του απαντά πως δεν μπορούν να ρισκάρουν να τραβήξουν τόση προσοχή στη κόρη τους. Ο Κενόμπι είναι ακόμη διστακτικός για να επέμβει και προτείνει στους Οργκάνα να στείλουν ένα μέλος της φρουράς τους ή ένα κυνηγό επικηρυγμένων. Ο Μπέιλ υπενθυμίζει πως σημαντική είναι η Λέια.
Ο Κενόμπι είναι απρόθυμος να εγκαταλείψει το Λουκ και του λέει πως έχουν περάσει δέκα χρόνια και δεν είναι αυτός που ήταν. Ζητά από τους Οργκάνα να βρουν κάποιον άλλο. Εντωμεταξύ, ο Νόκρου και οι συνεργάτες του κλειδώνουν τη Λέια σε ένα κελί μέσα στο αστρόπλοιο τους.
Οι επιλογές του Κενόμπι[]
Αργότερα, ο Κενόμπι συνεχίζει τη δουλειά του στα σφαγεία. Ταξιδεύει με ένα τρένο στο Άνκορχεντ όπου οι Ανακριτές έχουν σκοτώσει το Τζεντάι Νάρι και κρέμασαν το σώμα του ως προειδοποίηση στους κατοίκους. Ο Κενόμπι θλίβεται από το θάνατο του Τζεντάι και επιστρέφει στη σπηλιά του. Το ανδροειδές ανάβει ένα κόκκινο φως. Μέσα στη σπηλιά, χαιρετά το Κενόμπι μια καλυμμένη φιγούρα που είναι ο Μπέιλ Οργκάνα. Ο Μπέιλ λέει στο Κενόμπι πως η Λέια κατευθύνεται στο Ντάγιου.
Ο Κενόμπι λέει στο Μπέιλ πως δεν έπρεπε να έρθει. Ο Μπέιλ του λέει πως οι απαγωγείς έκρυψαν το σήμα τους σε ένα εμπορικό σκάφος και πως το σκάφος πλησιάζει το Ντάγιου. Ο Κενόμπι ακόμη δεν δέχεται να αναμειχθεί. Ο Μπέιλ λέει πως η Λέια είναι η κόρη του. Ο Κενόμπι του λέει ξανά πως δεν ήταν ο άνθρωπος που ήταν και αρνείται να εγκαταλείψει το Λουκ. Ο Μπέιλ του λέει πως ξέρει ότι δεν πρόκειται για το Λουκ. Καταλαβαίνει πως όλοι τους έκαναν λάθη και πως όλο αυτό ανήκει στο παρελθόν. Εκλιπαρεί το Κενόμπι να προχωρήσει από τα λάθη του, λέγοντας πως δεν μπορούσε να σώσει τον Άνακιν όμως μπορούσε να σώσει εκείνη.
Ο Κενόμπι ήταν απαισιόδοξος όμως ο Μπέιλ του θυμίζει πως δεν θα εμπιστευόταν το παιδί του σε οποιονδήποτε άλλο. Παρακαλεί το παλιό του φίλο Κενόμπι να το κάνει για αυτή, περιγράφοντας το σαν μια τελευταία μάχη.
Μέσα στο σκάφος των απαγωγών, η Λέια ενεργοποιεί το ανδροειδές συντροφιάς της, Λόλα, και λέει στο ανδροειδές να τη λύσει. Ακριβώς τότε, ο Νόκρου μπαίνει στο δωμάτιο. Η Λέια ισχυρίζεται πως δεν τον φοβάται, όμως εκείνος της λέει να του δώσει λίγο χρόνο. Ο κακοποιός παίρνει τη Λόλα και τη ρίχνει στο πάτωμα, διαλύοντας της. Η Λέια λέει στο Νόκρου πως ο πατέρας της, Μπέιλ, θα έρθει με ένα στρατό. Ο Νόκρου της απαντά πως κανείς δεν έρχεται για εκείνη προτού φύγει από το δωμάτιο.
Πίσω στο Τατουίν, ο Κενόμπι κατεβαίνει από το έοπι του και αρχίζει να σκάβει. Εντωμεταξύ, ένας από τους συνεργάτες του Νόκρου του εκμυστηρεύεται πως ίσως η απαγωγή να ήταν κακή ιδέα. Ο Νόκρου του λέει να το ξεπεράσει. Αλλού, ο Κενόμπι συνεχίζει να σκάβει και βρίσκει ένα μπαούλο. Παίρνει δυο φωτόσπαθα, τα οποία ήταν τυλιγμένα με ρούχα. Πίσω στο σκάφος, ο Νόκρου ρωτά τη Ρίβα αν είναι σίγουρη πως ο Κενόμπι θα έρθει. Του απαντά πως ο Κενόμπι πολέμησε με το πατέρα της στο Πόλεμο των Κλώνων και πιστεύει πως θα έρθει γιατί δεν θα μπορέσει να το υπερβεί. Πιστεύει πως ο Τζεντάι θα βοηθήσει ο ίδιος στο κυνήγι του. Στο Τατουίν, ο Κενόμπι κατευθύνεται σε ένα διαστημοδρόμιο. Μια γυναίκα ρωτά αν θα επιβιβαστεί και εκείνος πληρώνει το αντίτιμο. Ο Κενόμπι πηγαίνει προς ένα φορτηγό πλοίο.